Ψήφισμα-Επιστολή στον Πρωθυπουργό της Τουρκίας Erdoğan

ΘΕΜΑ: Οικουμενικό Πατριαρχείο Κων/πόλεως – Ελληνική Μειονότητα στην Τουρκία

Κοινοποίηση: Πρωθυπουργό και Υπουργό των Εξωτερικών Γιώργο Παπανδρέου, Αρχηγό Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως Αντώνη Σαμαρά, Πρόεδρο Η.Π.Α. Barack Hussein Obama, Πρόεδρο Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jose Manuel Barosso, Γραπτό και Ηλεκτρονικό Τύπο, Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, Προκαθήμενο Εκκλησίας της Ελλάδος Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο.

Εξοχώτατε κ.Πρωθυπουργέ,

Η Γενική Συνέλευση των Ιδρυτικών και Επιτίμων Μελών του Ιδρύματος Εθνικού κ’ Θρησκευτικού Προβληματισμού (Ολυμπιάδος 35β & Φ.Δραγούμη, Τ.Κ. 54633, Θεσσαλονίκη-Ελλάδα), κατά την Χριστουγεννιάτικη Συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου (αριθμ. συνεδρ. 89/22-12-2009) ασχολήθηκε με την συνέντευξη του Πατριάρχη ΚΠόλεως Βαρθολομαίου στο CBS και με τον σχολιασμό της από τον Υπουργό Σας επί των Εξωτερικών Καθηγητή Πανεπιστημίου, Αξιότιμο κ. A.Davutoglu. Με αίσθημα ευθύνης και δικαιοσύνης έναντι του πανανθρωπίνου Ζητήματος «του σεβασμού των θρησκευτικών ελευθεριών και των μειονοτικών δικαιωμάτων», ιδίως στα Κράτη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, όπως και στα υποψήφια γιά ένταξη τους σ’αυτήν, ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΕΙ, κατά το Καταστατικό του, διά των εξής:

1) Ο μεν Πατριάρχης διαμαρτύρεται ότι: α. το Πατριαρχείο των Ρωμιών στην Κων/πόλη – Istanbul (έδρα της Τοπικής Εκκλησίας Κπόλεως και της Οικουμενικής Ορθοδοξίας) και β. η πέριξ Του μικρή Μειονότητα των Ρωμιών στην Κων/πόλη και στα νησιά Ίμβρος και Τένεδος αισθάνονται ότι αντιμετωπίζονται από την Πολιτεία της Τουρκίας ως β’ κατηγορίας, είτε ως Ιδρύματα, είτε ως πολίτες, καίτοι νομοταγείς, φιλήσυχοι και προοδευτικοί. Ως εκ τούτων, αισθάνονται «εσταυρωμένοι», κατά τη συνήθη χριστιανική έφραση. Δηλ. υποφέρουν ως προσωπικότητες, αφού στερούνται των αυτοδικαίων θρησκευτικών και μειονοτικών δικαιωμάτων τους.

2) Ο δε κ. Davutoglu, οπαδός της θεωρίας του νεοοθωμανισμού, ως γνωστό, απάντησε στον Πατριάρχη ότι α) «στην δική μας ιστορία και στα δικά μας έθιμα δεν υπήρξε ποτέ σταύρωση, ούτε θα υπάρξει» και β) ότι «η Τουρκική Δημοκρατία είναι κοσμικό δημοκρατικό Κράτος δικαίου. Η Τουρκία δεν αξιολογεί τους πολίτες της, βάσει της θρησκευτικής ταυτότητος. Όλοι οι πολίτες είναι ίσοι».

3) Κατόπιν των ανωτέρω, τα ιστορικά και σημερινά ερωτήματα στον κ.Καθηγητή – Υπουργό Σας είναι τα εξής:

α. Πράγματι, στην ιστορία και στα έθιμα του δεν υπήρξαν ποτέ σταυρώσεις. Συνέβησαν όμως χειρότερα – απαγχονισμοί, π.χ. 13 Ρωμιών Πατριαρχών από το 1453 ως το 1821 κ.ε., στην τότε Οθωμανική Επικράτεια, γιά τους οποίους ασφαλώς η σημερινή Πολιτεία δεν ευθύνεται. Διάδοχος ων μαρτύρων εκείνων, όπως και των προηγουμένων και επομένων Πατριαρχών, σήμερα είναι ο Ρωμιός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, 326ος από την ίδρυση της Τοπικής Εκκλησίας Του, το 38 μ.Χ., και 300ος από την ίδρυση της Κωνσταντινουπόλεως, στις 11 Μαϊου του 330 μ.Χ.

β. Διακηρύσσει ο κ.Καθηγητής ότι στην Τουρκία όλοι οι πολίτες είναι ίσοι. Το πόσο ίσοι είναι, αν δεν είναι τουρκογενείς μουσουλμάνοι – σουνίτες, καλό είναι να αναδιφήσει στις σχετικές των τελευταίων χρόνων Εκθέσεις – αξιολογήσεις των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Ούτε η Τουρκία, ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση Κρατών είναι χώρες σε άλλο πλανήτη. Είναι εδώ στον πλανήτη Γη, δίπλα μας. Δεν συνιστά, επομένως, πρόοδο η παρερμηνεία και παραπληροφόρηση από τον Υπουργό Σας γιά την δεδομένη στάση στην Τουρκία έναντι νομοταγών πολιτών της, άλλου όμως Θρησκεύματος και Γένους. Όταν, μάλιστα, αυτοί είναι αυτόχθονες και όχι μετανάστες εδώ.

4) Ο Πατριάρχης ζητά τα αυτονόητα: α. Νομικό, Ιδιοκτησιακό και Εκπαιδευτικό καθεστώς γιά το Πατριαρχείο και το λιγοστό ποίμνιο του, προβλεπόμενο από τις διεθνείς συνθήκες, και δη της Λωζάνης, στην οποία και Σεις αναφέρεσθε, και β. Το άμεσο ελάχιστο, την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Απαγορεύτηκε το 1971 η λειτουργία της, με υπαιτιότητα αποκλειστική της τότε Πολιτείας. Αυτή έχει χρέος, επομένως, σήμερα να την επαναλειτουργήσει, χωρίς προαπαιτούμενα. Δικό της εσωτερικό πρόβλημα είναι το Ζήτημα. Κάθε Κράτος έχει το ίδιο την ευθύνη γιά την επίλυση των δικών του προβλημάτων.

Εξοχώτατε κ.Πρωθυπουργέ,

ουδείς καλής θελήσεως άνθρωπος αρνείται ότι ο σημερινός Πρωθυπουργός της Τουρκίας πασχίζει κατά το δυνατό γιά τη ρύθμιση του Ζητήματος των μειονοτικών, θρησκευτικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων στη χώρα Του. Το αποδεικνύει τώρα η γενναία πολιτική έναντι της Κουρδικής Κοινότητος στην χώρα Του. Ευελπιστούμε ότι θα δώσετε λύσεις υπέρ των δικαίων του Πατριαρχείου και της μειονότητας των Ρωμιών εκεί, που από 200.000 περίπου το 1922 σήμερα αριθμεί μόνο 2.500, φυσικά υπαιτιότητα και πάλι των τότε ατυχών πολιτικών εθνοκαθάρσεως στην Χώρα Σας. Η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης θα φέρει κλίμα εύκρατο και ούριο άνεμο, αφού αυτή είναι το άμεσης προτεραιότητας δίκαιο εκπαιδευτικό αίτημα του Πατριαρχείου.

Με την ευκαιρίατων μεγάλων γιορτών των Χριστουγέννων ημών των Ελλήνων Ορθοδόξων στην Ελλάδακαι των Ρωμιών στην Τουρκία και του νέου έτους 2010, δέχθειτε τις καλύτερες ευχές γιά προσωπική και οικογενειακή υγεία και ευτυχία και υπέρ της ευημερίας και φιλίας των λαών και Κρατών μας. Το Ίδρυμα γι’ αυτούς τους ωραίους σκοπούς εργάζεται, στη βάση της διπλωματίας των πολιτών. Ένεκα τούτου τιμήθηκε το 1997 στην Κωνσταντινούπολη με το βραβείο Abdi İpekçi.

Γιά το Διοικητικό Συμβούλιο,

Ο Πρόεδρος, Αθανάσιος Αγγελόπουλος, Καθηγητής Πανεπιστημίου.

Ο Γεν. Γραμματέας, Θεοχάρης Μωυσίδης, Άρχων Έκδικος – Δικηγόρος.

Ο Δ/ντης, Δημήτριος Κουτρούλας, Υποψ. Δρ. Θεολογίας.

Αθανάσιος Αγγελόπουλος: Η Ελλάδα κράτος κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση της κοινωνίας των Ελληνορθόδοξων

Του Αθανασίου Α. Αγγελόπουλου, καθηγητή Πανεπιστημίου, Προέδρου του Ι.Ε.Θ.Π.

Επανήλθε η συζήτηση για τα θρησκευτικά σύμβολα στο κράτος. Αφορμή, απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για καθαίρεση των συμβόλων στα σχολεία της Ιταλίας.

Δύο γνώμες προσέλκυσαν το ενδιαφέρον μου ως ιστορικού και δη εκκλησιαστικού ιστορικού: του καθηγητή Μ. Σταθόπουλου και του αντιπροέδρου ε.τ. του ΣτΕ Αν. Μαρίνου (βλ. εφ. «Απογευματινή» 10/11 και 16/11 και «Βήμα» 22/11).
Ο κ. καθηγητής γνωματεύει υπέρ της απόφασης του ΕΔ με σκεπτικό ότι άλλο είναι το κράτος και άλλο η κοινωνία. Λέγει: «Η κοινωνία δικαιούται να έχει θρησκευτικές απόψεις. Το κράτος είναι αυτό που δεν δικαιούται να θρησκεύεται» για τα δικαιώματα «στις μειονότητες και στους μεμονωμένους πολίτες» («Απογευματινή» 10/11).
Η διάκριση μεταξύ κράτους και κοινωνίας ανατρέχει στην ιστορική αντιπαλότητα της θρησκεύουσας κοινωνίας, στο πρόσωπο του Ρωμαιοκαθολικισμού – Παπισμού, στην Αρχή των εθνικών κρατών στη Δύση (π.χ. Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία). Η λύση στο πρόβλημα (παπικό κράτος, θρησκευτικοί πόλεμοι κ.λπ.) ήταν ο πλήρης ή μετριοπαθής χωρισμός κράτους και θρησκείας, είτε βίαια είτε από συμφώνου. Έτσι κάπως συγκροτήθηκαν τα λαϊκά κράτη της Ευρώπης, με ακραία περίπτωση τη Γαλλία. Μη λησμονούμε ότι εδώ φυλακίστηκε ο Πάπας. Ο τελευταίος περιορίστηκε στο κράτος-σύμβολο του Βατικανού.
Το ερώτημα που τίθεται είναι: Τι αναλογία μπορεί να υπάρχει μεταξύ Ελλάδος και Γαλλίας π.χ. ή Ιταλίας, ως προς τις γενεσιουργές αιτίες ίδρυσής τους; Καμία. Η Ελλάδα ως κράτος συγκροτήθηκε όχι λόγω αντιπαλότητας θρησκείας και κοινωνίας, αντιθέτως μάλιστα, ένεκα της πολλής στενής συνεργασίας των δύο, στην ουσία του ενός, γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν και παρέμεινε λαϊκή, από τα σπλάχνα του λαού. Προέκυψε κράτος κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση της κοινωνίας του Ελληνορθόδοξου γένους.
Πώς αυτό; Η Εκκλησία λειτούργησε ως μπροστάρης στην ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Περί τους 80 αρχιερείς και περίπου 8.000 ιερείς έδωσαν το αίμα τους· πέραν των υλικών προσφορών σε αμέτρητο χρήμα και ενδιαιτήματα (μονές, μετόχια, εκκλησιές, ιδρύματα κ.λπ.). Οι πρωταγωνιστές της ελευθερίας με λόγους, γραπτά και συμπεριφορές μιλούν γιατί αγωνίστηκαν και για ποιο κράτος, «για του Χριστού την πίστη την αγία και για της πατρίδος την ελευθερία». Η πίστη αυτή αποτυπώθηκε στο εθνικό σύμβολο, τη σημαία με τον σταυρό και τα χρώματα της Ελλάδος, το άσπρο και το γαλάζιο. Έτσι εξηγείται ότι στις πρώτες κυβερνήσεις της επαναστατημένης Ελλάδος οι αγωνιστές κληρικοί-επίσκοποι διορίζονταν υπουργοί Δικαιοσύνης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Έκτοτε, η συμπόρευση Πολιτείας και Εκκλησίας προάγεται ποιοτικά στο πλαίσιο σιγά σιγά σαφών διακριτών ρόλων στο ίδιο κράτος, όπου ως σήμερα το 98% των πολιτών της ανήκουν χαλαρά ή σφιχτά στο περιβάλλον αυτής της ελληνορθοδοξίας. Σήμερα, μάλιστα, η διακριτότητα αυτή ρόλων κατέστη σχεδόν ιδανική, με το σύστημα όχι χωρισμού αλλά περίπου συναλληλίας σχέσεων. Η Εκκλησία είναι ανεξάρτητη στα του οίκου της, ως προς την όλη διοίκησή της, χωρίς κυβερνητικούς, τέως βασιλικούς, επιτρόπους και γενικούς γραμματείς και Φαρισαίους. Συνεργασία ασκείται στην κοινωνία των πολιτών και πιστών, άσχετα από θρήσκευμα και χρώμα, μειοψηφίες ή πλειοψηφίες πάσης φύσεως. Εδώ να τονιστεί η ύπαρξη από τη Συνθήκη της Λωζάννης και μιας επίσημης θρησκευτικής μουσουλμανικής μειονότητας, πρότυπο-παράδειγμα ίσων δικαιωμάτων με τους συνοίκους χριστιανούς. Σεβασμός από κοινού ορίζεται στα θρησκευτικά σύμβολα και στη θρησκευτική αγωγή των βαλλόμενων για τους προεκτεθέντες ιστορικούς και πολιτισμού λόγους. Αυτά κατοχυρώνουν το Σύνταγμα, οι νόμοι και για την Εκκλησία της Ελλάδος ο Καταστατικός Χάρτης – Κώδικας του Κράτους, κατά τους θ. και ι. κανόνες της. Για τέτοιο κράτος έχυσαν το αίμα τους οι προπάτορές μας. Σεβαστή και φίλη η γνώμη, σεβαστότατη και φίλτατη όμως η αλήθεια.
Εξάλλου η γνώμη του κ. Μαρίνου εδράζεται σ’ αυτήν την ιστορική και σημερινή πραγματικότητα συμπόρευσης Πολιτείας και Εκκλησίας στο ίδιο κράτος. Συμπεραίνει: «Στην Ελλάδα και με βάση τα οριζόμενα στο ελληνικό Σύνταγμα, δεν θεσπίζεται χωρισμός Κράτους από την Εκκλησία ούτως ώστε να κάνουμε λόγο για λαϊκό κράτος και συνεπώς για υποχρέωση τηρήσεως θρησκευτικής ουδετερότητας εκ μέρους της Πολιτείας και, κατ’ επέκτασιν, για απαγόρευση αναρτήσεως θρησκευτικών συμβόλων σε δημόσιους χώρους». («Βήμα» 22/11.)
Κατοχυρώνεται το συμπέρασμα με την απόφαση του ΕΔΑΔ για το ανακύψαν ζήτημα της Ιταλίας, που έχει δεδομένο το γεγονός ότι η Ιταλία έχει καθεστώς λαϊκού κράτους, όπως και η Γαλλία, πλην της Αλσατίας και της Λωραίνης, όπου υφίσταται σεβασμός των θρησκευτικών συμβόλων, κατόπιν συμπόρευσης Πολιτείας και Εκκλησίας επιτόπου. Η απόφαση δικαιολογεί και τον σεβασμό των θρησκευτικών συμβόλων και στην Ελλάδα, λόγω ιστορίας και κληρονομιάς, όπως στην Αλσατία.
Επί λέξει η απόφαση για την Ιταλία στις υπ’ αριθμ. 30 και 38 διατυπώσεις-αιτιολογήσεις: «Με την επιβολή της υποχρεώσεως να εκτίθεται ο Εσταυρωμένος στις σχολικές αίθουσες διδασκαλίας, το Κράτος προσδίδει στη ρωμαιοκαθολική θρησκεία μια προνομιακή θέση…», διότι «…η έννοια του λαϊκού Κράτους (όπως η Ιταλία δική μας διευκρίνιση) σημαίνει ότι το Κράτος πρέπει να παραμένει ουδέτερο και να τηρεί ίσες αποστάσεις έναντι των θρησκειών».
Αντιθέτως «…οι εθνικές Αρχές έχουν ένα ευρύ πλαίσιο εκτιμήσεως επί θεμάτων σύνθετων και ευαίσθητων, συνδεδεμένων στενώς με την πνευματική καλλιέργεια και την Ιστορία… στην Ευρώπη υπάρχει ποικιλία στάσεων έναντι του ζητήματος αυτού όπως π.χ. στην Ελλάδα όπου για όλες τις πολιτικές και στρατιωτικές τελετές προβλέπεται η ενεργός συμμετοχή ενός λειτουργού της ορθόδοξης λατρείας, επιπλέον δε τη Μεγάλη Παρασκευή υπάρχει εθνικό πένθος και όλα τα γραφεία και τα εμπορικά καταστήματα είναι κλειστά, όπως ακριβώς στην Αλσατία» (βλ. «Βήμα», 22/11).
Κατόπιν τούτων, ο πολίτης διερωτάται γιατί τόση πρεμούρα για την καθαίρεση των ιερών συμβόλων στην πατρίδα μας; Αφού και το ΕΔΑΔ κατά τα ανωτέρω δεν διαφωνεί; Η πατρίδα μας πάσχει από άλλα ουσιώδη: τη διαφθορά και την αναξιοκρατία του κράτους, την τρομοκρατία και την υπονόμευση της ποιοτικής δημοκρατίας. Τα θρησκευτικά σύμβολα μας θυμίζουν τις αρχές της αρετής και της δικαιοσύνης κατά της διαφθοράς, της αξιοκρατίας κατά της αναξιοκρατίας, της δημοκρατίας και της ελευθερίας κατά της τρομοκρατίας για τις οποίες οι πρόγονοί μας αγωνίστηκαν για να έχουμε εμείς σήμερα κράτος. Εάν θέλουμε άλλο κράτος, αυτό είναι ζήτημα της κοινωνίας και όχι μεμονωμένων πολιτών.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Το Παρόν» στις 6/12/2009 και επαναδημοσιεύθηκε, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις, στην «Απογευματινή» και στην εφημερίδα «Ολύμπιο Βήμα» της Κατερίνης.